Γράφει
ο :Αυγουστίνος Ζενάκος
Η
φράση «όλοι οι πολιτικοί ίδιοι είναι»
δεν αποτελεί φυσικά γέννημα της κρίσης.
Στη χρήση της, όμως, και συνεπώς στη
διάθεση που εκφράζει, μπορούμε να
διακρίνουμε μια τομή: Πριν από την κρίση,
η απαξίωση είναι μάλλον προς τα προσχήματα
ενός πολιτικού συστήματος που ενίοτε
επιδιώκει να εμφανίσει διαφοροποιήσεις,
να αυτοπαρουσιαστεί δηλαδή ως φάσμα
ποικίλων πολιτικών προσεγγίσεων. Μετά
την κρίση, το ηθικό περιεχόμενο της
απαξίωσης βαθαίνει: το πολιτικό σύστημα
έχει καταστρέψει τη χώρα.
Στην
πρώτη φάση, η καίρια αντίδραση του
πολιτικού συστήματος έρχεται με τον
λεγόμενοεκσυγχρονισμό,
δηλαδή με μια παραδοχή και ταυτόχρονα
μια υπέρβαση: η εκσυγχρονιστική ιδεολογία
εσωτερικεύει την απαξίωση, παραδέχεται
ότι οι «παραδοσιακοί» πολιτικοί
ανταγωνισμοί είναι ξεπερασμένοι, και
προτείνει ότι ο νέος –ο σύγχρονος–
άξονας ανταγωνισμού είναι αυτός που
ορίζεται από την πρόοδο και
την καθυστέρηση.
Στη
δεύτερη φάση, μετά την έλευση της κρίσης,
η αντίδραση του πολιτικού συστήματος
αποτελεί μια μετεξέλιξη του εκσυγχρονισμού,
η οποία αναδιατυπώνει το δίπολο
πρόοδος/καθυστέρηση ως σωτηρία/καταστροφή
– όπου σωτηρία, η υπαγωγή στις συνθήκες
των μνημονίων και όπου καταστροφή, η
αμφισβήτησή τους.
Το
πρόβλημα με τη μετεξέλιξη του εκσυγχρονισμού
είναι ότι, σε αντίθεση με το πιο «αυθεντικά»
εκσυγχρονιστικό προηγούμενο, δεν
κατορθώνει να επιτύχει τον στόχο του,
δηλαδή να επανορίσει ικανοποιητικά
τους κοινωνικούς συσχετισμούς. Οι λόγοι
γι’ αυτό είναι πολλοί, οι κυριότεροι
ωστόσο είναι ίσως οι εξής δύο: Στο
οικονομικό επίπεδο εμφανίζεται μια
αντίφαση· ενώ, δηλαδή, ο «αυθεντικός»
εκσυγχρονισμός μπορεί να συνοδεύσει
την επίκληση της προόδου με μια αναβάθμιση
των συνθηκών ζωής για κάποια στρώματα,
η μετεξέλιξή του επικαλείται τη σωτηρία
αναγκαστικά μέσω της επιμονής σε μια
συμμόρφωση, μια πειθαρχία. Στο πολιτικό
επίπεδο, πάλι, εμφανίζεται μια ανεπάρκεια:
ενώ, δηλαδή, ο «αυθεντικός» εκσυγχρονισμός
πετυχαίνει να πείσει ότι το πολιτικό
προσωπικό υπακούει σε μια νέα ιδεολογική
πρόταση, η μετεξέλιξή του μόλις που
κατορθώνει να διασώσει μέρος του
πολιτικού προσωπικού από την ολοκληρωτική
καταβαράθρωση και τη λήθη.
Η
αντίληψη που έχει το πολιτικό σύστημα
γι’ αυτή την αντίφαση και αυτή την
ανεπάρκεια εξηγεί, νομίζω, το φαινόμενο
που έχει αρχίσει πλέον να διακρίνεται
καθαρά. Πρόκειται για μια ακόμη
εσωτερίκευση της απαξίωσης που
παρατηρείται εκεί έξω και μια ακόμη πιο
«ριζοσπαστική» υπέρβαση: η συγκατοίκηση
πρώην σοσιαλδημοκρατών και νυν ακροδεξιών
στις μνημονιακές συγκυβερνήσεις, η
επιμονή στην «υπερκομματικότητα»
δημοτικών αρχόντων όπως ο Γιώργος
Καμίνης και ο Γιάννης Μπουτάρης, το
πρόταγμα μιας «κοινής πορείας»,
ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, για
μια «εθνική» έξοδο από την κρίση, δίνουν
τη θέση τους σε ολοένα πιο απροσχημάτιστους
μεταδημοκρατικούς πειραματισμούς, όπως
είναι το «Ποτάμι» του Σταύρου Θεοδωράκη
και η κάθοδος του σχήματος του Βαγγέλη
Μαρινάκη στον Πειραιά.
Από
τη συστημική άποψη που προτείνω να το
δούμε, το φαινόμενο αυτό γεννά μια
αντικειμενική συνθήκη, άσχετη με τα
επιμέρους κίνητρα του κάθε «παίκτη»,
δίχως δηλαδή να έχει ιδιαίτερη σημασία
αν ο Σταύρος Θεοδωράκης όντως ανακάλυψε
ότι τον τρώει σαράκι για την πολιτική
ή αν ο πραγματικός στόχος του Βαγγέλη
Μαρινάκη είναι να επικρατήσει στη
διαμάχη του με τον Δημήτρη Μελισσανίδη.
Η
αντικειμενική συνθήκη είναι ότι, μπροστά
στην απαξίωση του πολιτικού συστήματος,
η απάντηση στο «όλοι οι πολιτικοί ίδιοι
είναι» γίνεται: τα κυρίαρχα ΜΜΕ στο
ευρωκοινοβούλιο, το εφοπλιστικό κεφάλαιο
–και ο οπαδικός όχλος– στις δημοτικές
αρχές. Έτσι αντιμετωπίζονται η αντίφαση
και η ανεπάρκεια για τις οποίες μιλήσαμε:
Το εφοπλιστικό κεφάλαιο μπορεί να
ξαναπροσφέρει αναβάθμιση, δεν δεσμεύεται
από την επιταγή της συμμόρφωσης, στο
κάτω κάτω έχει αυτό που χρειάζεται,
λεφτά· και τα ΜΜΕ μπορούν να απαλλαγούν
από την ανάγκη να διασώσουν το πολιτικό
προσωπικό, επινοώντας νέα, «άφθαρτα»,
πρόσωπα, που «αντλούν ιδέες και από τον
φιλελευθερισμό και από την Αριστερά».
Το
ποτάμι και το λιμάνι είναι ορόσημα στην
ίδια πορεία προς τη μεταδημοκρατία. Το
εθνικό κοινοβούλιο είναι θέμα χρόνου.
Και το χειρότερο είναι πως το πλήθος θα
ζητωκραυγάζει.
Δημοσιεύτηκε
στο UNFOLLOW29